Στίς πρώτες γερμανικές γλώσσες, Βαλκυρίες σημαίνει: «αύτές πού διαλέγουν τούς μελλοθάνατους» στα πεδία τών μαχών. Δέν ξέρουμε πῶς τίς φαντάζονταν οί Γερμανοί κι οί Αύστριακοί. Σύμφωνα μέ τή νορβηγική μυθολογία, είναι όρατές παρθένες, πού κραδαίνουν όπλα. Συνήθως, ήταν τρείς τόν αριθμό, άν καί στίς Ἑδδες αναφέρονται περισσότερα από δώδεκα όνόματα.
"Επαιρναν τίς ψυχές τῶν σκοτωμένων ως τό πεδίο τής μάχης καί τίς μετέφεραν στὸν έπικό παραδεισο τού Οντίν. Ἐκεί, στήν αίθουσα τής Σφαγής, στή Βαλχάλλα, πού τή χρυσαφένια της όροφή φώτιζαν γυμνά σπαθιά κι
όχι λάμπες, μάχονταν οί πολεμιστές αν τα χαράματα ώς τή δύση. Τότε όσοι είχαν σκοτωθεί ξαναγύριζαν στή ζωή κι όλοι τους έπαιρναν μέρος σέ μια θεία γιορτή, όπου τούς πρόσφεραν τό κρέας ἑνὸς αθάνατου κάπρου καί ύδρομέλι
μέσα σέ κέρατα πού δέν άδειαζαν ποτέ. Φαίνεται ότι ή ίδέα μιας ατέλειωτης μάχης προερχόταν απ' τούς Κέλτες.
“Ενα αγγλοσαξονικό ξόρκι για τούς ξαφνικούς σουβλιστούς πόνους, περιγράφει τίς Βαλκυρίες, χωρίς να τίς κατονομάζει. Οί στίχοι, όπως τούς έχει μεταφράσει ὁ Στόπφορντ Α. Μπρούκ, είναι οί ἑξής:
«Δυνατά, ώ πολύ δυνατά», φώναζαν τρέχοντας καβάλα πάνω απῦ τή γή.
"Αγρια είχαν καρδιά, τρέχοντας πανω ως τό λόφο
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Γιατί οί παρθένες οί δυνατές έβαλαν τά δυνατά τους...
Τό όνομα Βαλκυρία, μέ τήν έξάπλωση τού Χριστιανισμού, έκφυλίστηκε. Στή μεσαιωνική Αγγλία, ένας δικαστής έκαψε πάνω σέ παλούκι μιαν άτυχη γυναίκα, πού κατηγορήθηκε σάν Βαλκυρία, δηλαδή σάν μάγισσα.
(ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΩΝ ΟΝΤΩΝ" Χορχε Λουις Μπορχες. Εκδόσεις LIBRO)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου